Les idées diluviennes

Τρίτη, Αυγούστου 02, 2005

"...αέρα ευβοιώτικο στη θάλασσα να πάρεις..."

Απόψε η νύχτα μας έδειξε για ποιο αναπόφεκτο δρόμο κινήσαμε... το κοκκινωπό φθινόπωρο έρχεται και μάλιστα με γρήγορα βήματα... κρύωσε το αυγουστιάτικο σκοτάδι, θυμίζει ερημιά, θυμίζει πολλά.

Το ίδιο υγρό κρύο τσούζει τα ρουθούνια μου τα σεπτεμβρινά απογεύματα που βολτάρω χωρίς σκοπό μέσα σε μια πόλη τόσο δική μου και τόσο άγνωστη ακόμη. Τρίτος χρόνος εκεί φέτος, κάτι θα μάθω παραπάνω.

Το ίδιο υγρό κρύο με ανάγκαζε να μπαίνω στη σκηνή που είχαμε στήσει Αύγουστο στο Λιμιώνα και να ψάχνω για κουβέρτα. Τη Σκόπελο που έβλεπα απέναντι δε μπορούσα να την αντικρίσω μετά τις εφτά γιατί ο ήλιος κρυβόταν πίσω από την κορυφή όπου έλουζε ακόμα τα Κατούνια και τον Αϊ-Γιάννη. Με το που έφευγε η φλεγόμενη ουράνια άμαξα για να πάει στο πέρα σπίτι μου, κάτι χιλιάδες χιλιόμετρα και άλλα τόσα κύματα μακριά, πάγωνε η καυτή σταχτο-ασημένια αμμουδιά και η θάλασσα ρουφούσε όλο τον αέρα... τον τράβαγε με τέτοια μανία προς το μέρος της, θαρρείς και ήθελε να μας πάρει το οξυγόνο και να γίνει έρημη η παραλία της και πάλι. Καλοκαίρι κι όμως τα κύματα στο ανοιχτό αυτό κόλπο φτάνανε και τα δυο μέτρα... η χαρά των φώκιων που βουτούσαν πίσω από τα βράχια στον ορίζοντα, των θράψαλων που ζευγάρωναν χορεύοντας στα βάθη, των σκορπιών που ηρεμούσαν και ξαναγέμιζαν δηλητήριο τα σακούλια τους μέσα στον ύπνο τους, των φιδιών που αλλάζαν τουαλέτα για να σέρνονται καλύτερα...

Για να φτάσεις στο Λιμιώνα παίρνεις ένα χωματόδρομο και συναντάς ένα χωριουδάκι, την Αγια-Σοφιά με τα 5 σπίτια της, αν είναι πέντε όλα. Κάθε κατήφορος και μια τσιμπήδα στην άκρη... αν τρέχεις θα ζαλιστείς. Το καλύτερο είναι να πας με ημιφορτηγό και να κάθεσαι πίσω, σαν τα προβατάκια, και να αισθάνεσαι που ανεβαίνοντας κάθε μέτρο αλλάζει και η θερμοκρασία έξω... να φτάνεις όλο και πιο κοντα στον ήλιο και όλο να κρυώνεις πιο πολύ. Τότε δεν μπορούσα να το καταλάβω αυτό. Μου φαινόταν εντελώς παράδοξο. Ακόμη και σήμερα που ξέρω την εξήγηση, μου φαίνεται παράδοξο, ή καλύτερα άδικο.

Κουλουριασμένη μέσα στην κουβέρτα πολλές φορές προσπάθησα να μετρήσω όλα τα αστέρια που έβλεπα να φωτίζουν τη δίχως φώτα γωνιά μας. Ποτέ δεν είχα δει τόσα πολλά μαζί. Μετά από καμμιά πενηνταριά έχανα τον υπολογισμό, μπερδευόμουν, μερικά δεν ήξερα αν είναι ένα ή δυο ή και τρία. Ηταν τόσα πολλά που στιβάζονταν. Τώρα που γνωρίζω μερικούς αστερισμούς, θα μπορούσα να τους δώσω κάποιο όνομα, να μη με τρομάζουν τόσο. Θαρρείς και όλα θα πέφτανε πάνω μου βροχή. Το απόλυτο σκοτάδι έδεινε σε όλα την πιο ζωντανή όψη τους, την πιο φωτεινή... όλα μαζί μοιάζανε με αστέρια που πέφτουν. Εκατομμύρια ευχές μπορούσα να κάνω μαζί ή μια ευχή εκατομμύρια φορές. Αυτό το δέος δεν το έχω νιώσει σε πολλά μέρη... ανατριχίλα ηδονική.

Αυτό το καλοκαίρι έψαχνα τον αστερισμό του Πήγασου στο εδώ θερινό ουρανό αλλά τα φώτα της πόλης, όσο μικρή κι αν είναι αυτή στην οποία μεγάλωσα, δε μου το επέτρεψαν ακόμη... θέλω να το βρω... ίσως εκεί κρύβεται το βλέμμα σου... ίσως να με κοιτάς κάθε νύχτα και να μην το ξέρεις. Ψάξ'το άμα θες... πιστεύω πως αν κοιτάζεις το αστέρι που κοιτώ, στα μάτια σου θα κοιταχτώ και θα δω πώς με βλέπεις... θα δεις πώς σε βλέπω... ίσως σε αγγίξω... ίσως με αγγίξεις.

--------------------oOo--------------------

2 Comments:

Blogger Taflinel said...

"Να 'ταν η καρδιά μου
λαμπερό αστέρι..."

Συνέχισε εσύ να λάμπεις και δεν υπάρχει περίπτωση να μη σε δει.

Φιλιά...

Αυγούστου 02, 2005 12:28 μ.μ.  
Blogger Pegasus said...

Μακάρι στίχους τέτοιους να γεμίζουν την κάθε μέρα μας Ταφ... :)


Η θάλασσα να είναι λάδι και να σας ακολουθούν δελφίνια σε όλο το ταξίδι, Σκορπίνα! Καλές βουτιές και κάνε μια και για μένα!

Αυγούστου 04, 2005 2:00 μ.μ.  

Δημοσίευση σχολίου

<< Home